Καθωσπρεπισμός μέχρι θανάτου ή μέχρι να βγει το ένδυμα της ευπρέπειας και αποκαλυφθούν οι πραγματικότητες των ανθρώπων, οι αδυναμίες τους, οι αστείοι αλλά όχι χαριτωμένο εαυτοί και οι ευτελείς τους επιδιώξεις και ανταγωνισμοί, όταν αρχίσουν να βγαίνουν από τα «κλουβιά» της αστικής ευγένειας, και επιστέφουν στον παμφάγο-και αχόρταγο-χαρακτήρα τους.
Το Θέατρο της Σητείας, τόλμησε και πάλι, να φέρει απέναντι στο κοινό τον εαυτό του ή τους εαυτούς που ενδεχομένως κάποιοι έχουμε, με το έργο της Γιασμίνα Ρεζά «Ο Θεός της σφαγής», επιλέγοντας έξυπνα να κρατήσει τη φόρμα ενός κλασικού μπλουβάρ -που συνήθως διαδραματίζεται μέσα σε ένα σαλόνι και τελειώνει αίσια μετά από κάποιες παρεξηγήσεις- για να το ανατρέψει.
Σιγά-σιγά και προσεχτικά όμως, γιατί η Φανή Σύρπου που ανέλαβε να σκηνοθετήσει, «έσκαψε» βαθιά, ώστε να μην αφήσει καμία γωνία αφώτιστη, κανένα στοιχείο στα αζήτητα, κανένα αστείο σε αυτή τη μαύρη κωμωδία να χαθεί, αλλά κι καμία αιχμηρή απόγνωση, καμία γκροτέσκ προσωπικότητα να μην φωτιστεί έτσι ακριβώς.
Η αποδόμηση, έρχεται ορμητική μέσα από τις συζητήσεις μιας παρέας δύο ζευγαριών, λίγο καλλιτεχνίζουσας, κάπως εύπορων, λιγότερο ή περισσότερο, κάπως «μέσα στα πράγματα» και κάπως όχι. Όταν το «κάπως» εξαφανίζεται, έχουμε την αλήθεια γυμνή και απεριποίητη, όλο το θηριώδες ανθρώπινο τσίρκο μπροστά μας, με αφορμή τον άγριο διαπληκτισμό των αγοριών των δύο οικογενειών. Βοηθά και το ρούμι που ρέει άφθονο και χωρίς ντροπή.
Παράσταση λεπτών αποχρώσεων και γυμνών ενστίκτων
Η Φανή Σύρπου, κατάφερε και κράτησε την δύσκολη ισορροπία σε ένα έργο που αν τα κωμικά του στοιχεία είχαν υπερτονιστεί, ενδεχομένως να είχαμε μια παράσταση ευχάριστη αλλά δεν θα είχαμε μια παράσταση πολύσημη.
Αυτό, δεν θα μπορούσε να συμβεί αν δεν υπήρχαν οι τέσσερις άνθρωποι στη σκηνή. Οι συγκεκριμένοι τέσσερις, δηλαδή,
-η Σταυρούλα Αναγνωστάκη που δεν άφησε λεπτό που να μην ντύσει με την έξοχη τεχνική που έχει αποκτήσει «πυροβολώντας» τις λέξεις
-η Κατερίνα Αντωνακάκη, που σε έναν ρόλο διακυμάνσεων επιστράτευσε τα ώριμα εκφραστικά μέσα που κατέχει
-ο Μανώλης Κατσούλης , που στον πιο μονοκόμματο χαρακτήρα του έργου, έδωσε τις αποχρώσεις της αδυναμίας του και της κενότητας του, με μέτρο και γνώση
-ο Νίκος Σαρουλάκης, χειμαρρώδης και ακατέργαστος, όπως τον θέλει η συγγραφέας, να κινείται ανάμεσα στον καθωπρεπισμό και τη ξεφτίλα με θαυμαστή υποκριτική ωριμότητα,
Δεν είναι απλά καλοί διεκπεραιωτές ενός ρόλου που τους ανατέθηκε. Είναι ερμηνευτές που, μέσα από τη ενασχόληση και την τριβή με το θέατρο, τις σκηνοθετικές οδηγίες και τις προσωπικές τους δεξιότητες, έχουν αποκτήσει
υλικό που επενδύουν, για να εισδύσουν και να δείξουν το ρόλο σε όλες του τις εκφάνσεις, τις σιωπές και τις κραυγές, τον δισταγμό και την αποφασιστικότητα, τη βρισιά και την κολακεία, το εσώτερο μέσα και το έξω που προβάλλουν, την ψυχή ολόκληρη.
Επιτρέψτε μου να πω, πως είναι απολύτως συγκινητικό να διαπιστώνεις την εξέλιξη των ερμηνευτών, και να θαυμάζεις τον τρόπο που χειρίζονται πλέον με ευκολία, δύσκολες συνθήκες, δύσκολους μονολόγους που θα μπορούσαν να τινάξουν την παράσταση στον αέρα. Υπό μια έννοια, καλή όμως, την τίναξαν. Δηλαδή την απογείωσαν.
Ο Νίκος Κατσούλης μας πρόσφερε σκηνογραφικά μια πλήρως λειτουργική σκηνή φι τις ανάγκες του έργου και την «σύμβαση» του αστικού καθώς πρέπει σπιτιού: Σαλόνι, δύο καναπέδες, ένας γάμος. Ναι, καμιά φορά και ο γάμος είναι έπιπλο.
Η Κατερίνα Σκαρβελάκη και ο Ανδρέας Μανωλής στον ήχο και τα φώτα, κινήθηκαν διακριτικά, με ποια ημιτόνια όταν έπρεπε, με κάποιο χρώμα όταν εξαντλήθηκαν όλες οι συμβάσεις: Κόκκινο.
Ο Φράνσις Μπέικον εισβάλλει στην παράσταση
Τον Σταύρο Κατσούλη αναφέρουμε τελευταίο γιατί είναι εκείνος που με την αφίσα έκανε την αναφορά τον αντισυμβατικό ζωγράφο Φράνσις Μπέικον, που βρίσκεται στην παράσταση και ως αναφορά και ως στοιχείο της σκηνογραφίας. Διόλου τυχαία, αφού είναι εκείνος που καθιέρωσε τις ρευστές φιγούρες και τα παραγραφόμενα πρόσωπα-άνθρωποι που «λιώνουν» για να φανεί το μέσα, άνθρωποι που κραυγάζουν, γιατί, όπως είχε πει ο ίδιος, «η κραυγή είναι, ίσως, το πιο ισχυρό και άμεσο σύμβολο της ανθρώπινης κατάστασης».
ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ