Φθηνό ρεύμα από ΑΠΕ αντί για ακριβά ορυκτά καύσιμα
Του Γιώργου Χαρκιανάκη
Κατ’ αρχάς ας ξεκινήσουμε απ’ το αυτονόητο, το οποίο είναι κοινός τόπος για όλους: Το υψηλό ενεργειακό κόστος που πλήττει όλα τα νοικοκυριά, καθιστά ζωτική προτεραιότητα την απεξάρτηση μας από τα ακριβά αλλά και ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα. Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος καθώς και των καυσίμων, συνιστούν μείζον πρόβλημα. Οι επιπτώσεις τους στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών είναι εξαιρετικά δυσμενείς. Τα εισοδήματά τους μειώθηκαν εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης.
Πέρα από αυτή την αναμφισβήτητη παραδοχή, υπάρχει και κάτι άλλο: Θα μείνουμε στον εξορκισμό της ακρίβειας και στην ανέξοδη καταγγελτική ρητορική με αποτέλεσμα να αναπαράγουμε τα οικονομικά μας αδιέξοδα ή θα προκρίνουμε εκείνες τις πρόσφορες λύσεις προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις συνέπειες της ενεργειακής μας υστέρησης;
Το δίλλημα είναι υπαρκτό και συγκεκριμένο. Δεν επιδέχεται υπεκφυγές. Ούτε βέβαια στρουθοκαμηλισμούς. Και αυτό γιατί μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν. Απεναντίας χρειάζονται καθαρές και σαφείς απαντήσεις. Διέξοδος δεν είναι να προσπερνάμε τα προβλήματα αρνούμενοι να διαχειριστούμε τη σκληρή πραγματικότητα. Αλλά να αναζητούμε όλες εκείνες τις ενναλακτικές προτάσεις με τις οποίες μπορούμε κάλλιστα να προστατεύσουμε τα εισοδήματά μας, να θωρακίσουμε το περιβάλλον από τα ορυκτά καύσιμα, να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής μας.
Σήμερα οι προηγμένες χώρες της Ευρώπης δείχνουν το δρόμο που οφείλουμε να ακολουθήσουμε όλοι, για να υπερβούμε την οξεία ενεργειακή κρίση. Μάλιστα ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτουργεί ως επιταχυντής για την ενεργειακή απεξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο δεν είναι μόνο ορυκτό καύσιμο αλλά και ακριβό.
Όπως αποδεικνύουν όλες οι επιστημονικές μελέτες εντός και εκτός Ελλάδας, φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα διασφαλίζουν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η αδιαμφισβήτητη αυτή αλήθεια τεκμηριώνεται με αριθμούς και ποσοστά. Αν είχαμε κάνει πράξη τη στροφή στις ΑΠΕ το ενεργειακό κόστος σε σχέση με το τωρινό, θα ήταν μειωμένο κατά 30%. Η επιμονή μας στα ορυκτά καύσιμα, το εκτόξευσαν τώρα στα ύψη. Είτε γιατί η επιλογή μας αυτή εξυπηρετούσε επιχειρηματικά συμφέροντα. Είτε διότι αργήσαμε να συνειδητοποιήσουμε τις επιζήμιες συνέπειες κοντόφθαλμων και απαίδευτων πολιτικών.
Έτσι άλλωστε εξηγείται και το ότι η χώρα μας για πολλά χρόνια παρέμενε δέσμια του παρελθόντος, με κυρίαρχο στοιχείο την παγίδευση αρκετών πολιτικών της εκπροσώπων στη μικροπολιτική και στη ψηφοθηρία. Το γεγονός αυτό ήταν εύλογο να έχει σε μεγάλο βαθμό μπλοκάρει τον παραγωγικό, οικονομικό, αναπτυξιακό ακόμη και ενεργειακό προσανατολισμό του τόπου μας. Τώρα που η συσσώρευση των αδιεξόδων προσλαμβάνει ξεχωριστή διάσταση, ήρθε η ώρα να υπερβούμε αγκυλώσεις, ιδεοληψίες, αναχρονισμούς και γιατί όχι τοπικισμούς.
Το μεγάλο όχι του Δήμου Σητείας στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όπως αυτό εκφράσθηκε στην πρόσφατη συγκέντρωση διαμαρτυρίας, δεν μπορούμε παρά να το δούμε με περίσκεψη, προβληματισμό για να μην πω και με ανησυχία. Η άρνηση των ΑΠΕ είναι παράδοξη και ακατανόητη. Ουσιαστικά αντιστρατεύεται τη βιώσιμη ανάπτυξη και πρόοδο. Η ηλιακή και αιολική ενέργεια είναι δείκτης εναρμόνισης με το σύγχρονο κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι σύγχρονες κοινωνίες τις έχουν αγκαλιάσει χωρίς περιστροφές.
Το επιχείρημα δε της δημοτικής αρχής ότι η Σητεία έχει ήδη εγκαταστάσεις ΑΠΕ, γι’ αυτό και αρνείται την περαιτέρω ανάπτυξή τους είναι αίολο. Δεν δικαιολογεί την οξεία αντίθεσή της. Ούτε βέβαια θεμελιώνει τη ριζική διαφωνία της. Αντιθέτως βρίσκεται σε απόλυτη δυσαρμονία με την εποχή και τις αυτονόητες προτεραιότητές της. Το χειρότερο είναι ότι οι αντιδρώντες ακολουθούν μια αντιπαραγωγική τακτική, διολισθαίνοντας σε ακρότητες. Τα αντάρτικα πόλεων και βουνών κατά των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, σε καμμιά περίπτωση δεν συνάδουν με τις σύγχρονες πολιτικές. Πόσω μάλλον με τις στρατηγικές βιώσιμης ανάπτυξης και αειφορίας.
Η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας περιοχής, όπως αυτών της Σητείας προσφέρει δυνατότητες και ευκαιρίες. Και πρωτίστως δημιουργεί σημαντικά αναπτυξιακά αποθέματα για την τοπική κοινωνία. Ο ήλιος και ο άνεμος είναι ισχυρά όπλα για την αυτοπαραγωγή και εξοικονόμηση καθαρής ενέργειας. Διευρύνουν το μερίδιο ανάπτυξης. Ανοίγουν προοπτικές για όλους τους τομείς, και κυρίως για την αγροτική οικονομία και το τουριστικό προϊόν. Τον ισχυρισμό κάποιων ότι τουρισμός και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας δεν συμβαδίζουν, καταρρίπτουν με το πιο κατηγορηματικό τρόπο οι ίδιοι οι συντελεστές του. Δεν υπάρχει ούτε ένας ξενοδόχος, που να υιοθετεί την αστήρικτη και παντελώς ανυπόστατη επιχειρηματολογία διαφόρων επίδοξων σωτήρων της Σητείας.
Η ενοχοποίηση από την πλευρά τους, του Υβριδικού Σταθμού Αμαρίου, θέτει ερωτήματα ως προς την αξιοπιστία και φερεγγυότητα των όσων υποστηρίζουν. Και τούτο διότι οι έχοντες γνώση σε Ελλάδα και Ευρώπη του συγκεκριμένου έργου, αναγνωρίζουν το ενεργειακό, περιβαλλοντικό και αναπτυξιακό του όφελος τόσο για τη Σητεία όσο και για την Κρήτη γενικότερα. Η αξία του είναι αναμφισβήτητη, γι’ αυτό έστω και τώρα η δημοτική αρχή αλλά και οι δημοτικές παρατάξεις οφείλουν να συζητήσουν με ψυχραιμία και νηφαλιότητα τη συνδρομή του έργου στη βιώσιμη ανάπτυξη, αφήνοντας στην άκρη τη στείρα άρνηση και τις αστήρικτες ενστάσεις τους. Εξάλλου ο Υβριδικός Αμαρίου στηρίζεται στη σύμπραξη δημοσίου, του Οργανισμού Ανάπτυξης Κρήτης (ΟΑΚ) και ιδιωτικού τομέα.
Η Σητεία έχει πλέον όλες τις προϋποθέσεις να ξεπεράσει την απομόνωση και την έλλειψη υποδομών, επενδύοντας στα γεωφυσικά της πλεονεκτήματα, στην αγροτική και κτηνοτροφική της παραγωγή, στην τουριστική ανάπτυξη, στην πολιτιστική της κληρονομιά και στο ανθρώπινο δυναμικό της. Απλώς χρειάζεται σύνεση, σύνθεση και συνεργασία.